Η Ευρώπη, όπως και άλλες μεγάλες οικονομίες, βρίσκεται στο μέσο ενός στροβίλου κρίσεων: της οικονομικής και της κλιματικής. Και οι δύο πρέπει να αντιμετωπιστούν τάχιστα, και με σοβαρή πολιτική βούληση. Εξάλλου, οι κρίσεις αυτές έχουν μία κοινή αιτία, την αποτυχία της αγοράς και τον έμφυτο στόχο της βραχυπρόθεσμης οικονομικής μεγέθυνσης, αδιαφορώντας για τους τρόπους και τα μέσα επίτευξης, καθώς και για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Η παράλληλη, όμως, επίλυση των οικονομικών και κλιματικών προβλημάτων, θα προσφέρει νέες ευκαιρίες κατά τη μετάβαση σ’ ένα μέλλον «χαμηλής έντασης άνθρακα», το οποίο θα  δημιουργήσει νέους τύπους θέσεων εργασίας.

Από τη στιγμή που ενέσκηψε η οικονομική κρίση το 2008, οδηγώντας σε επιβράδυνση του ρυθμού της παγκόσμιας οικονομίας, η ΕΕ και αρκετά κράτη μέλη αυτής, εκπόνησαν μεγάλα πακέτα ανάκαμψης, προσδοκώντας στην ανόρθωση των οικονομιών τους. Όμως, ολοένα και περισσότερο, επιστήμονες και πολιτικοί, θεωρούν ότι υπάρχει μια μοναδική ευκαιρία να αξιοποιηθούν σωστά αυτά τα πακέτα, ώστε να «πρασινίσει» η οικονομία. Μέσα από δημόσιες επενδύσεις και κατεύθυνση πόρων σε «πράσινους» τομείς, υπάρχει η προσδοκία ότι θα επιτευχθεί η αναζωογόνηση της οικονομίας, παράλληλα με την εγκαθίδρυση τομεακών αλλαγών, που θα οδηγήσουν σε μια βιώσιμη «πράσινη» ανάπτυξη.

Αν και αρχικά υπήρχαν φόβοι ότι η κλιματική πολιτική της ΕΕ θα «σκότωνε» πολλές θέσεις εργασίας, ωστόσο οι όποιες απώλειες παρουσιάστηκαν μέχρι σήμερα, αφορούν ενεργοβόρες βιομηχανίες και επιχειρήσεις, και οφείλονται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα στους αυτοματισμούς που έχουν υιοθετηθεί, καθώς και στην απελευθέρωση της αγοράς και την ανάθεση εργασιών σε τρίτους (outsourcing). Με τα παραπάνω, κανείς δεν ισχυρίζεται ότι τα μέτρα μείωσης των εκπομπών δεν θα επιφέρουν κάποιες επιπτώσεις στις ενεργοβόρες επιχειρήσεις, σίγουρα, όμως, οι επιπτώσεις αυτές, δεν θα είναι τόσο σημαντικές, όσο έχουν παρουσιαστεί από ορισμένα λόμπι επιχειρήσεων.

Κάποιες ευρωπαϊκές χώρες θεωρούνται ισχυρές δυνάμεις στις τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών. Η νέα έκθεση «Εξελιγμένη Στρατηγική στις Ανανεώσιμες» που υποστηρίχθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπολόγισε ότι έως το 2010, η προώθηση των ΑΠΕ θα προσφέρει 1,7 εκ. καθαρές θέσεις εργασίας, και 2,5 εκ. θέσεις έως το 2020.

Αιολική ενέργεια

Το 2007 υπολογίζεται ότι 154.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας στην Ευρώπη, σχετίζονταν με την αιολική ενέργεια. Οι περισσότερες από αυτές αφορούσαν τη Γερμανία, την Ισπανία και τη Δανία. Έως το 2008, ο αριθμός αυτός έφτασε τουλάχιστον τις 160.000. Γενικά η απασχόληση στην «ευρωπαϊκή αιολική βιομηχανία» έχει τη δυναμική να φτάσει τις 329.000 θέσεις εργασίας το 2020, και τις 377.000 το 2030.

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να εκτιμηθεί με απόλυτη ακρίβεια, ο αριθμός των σημερινών και μελλοντικών απασχολούμενων σε «πράσινες» θέσεις εργασίας. Παρόλα αυτά, τα διαθέσιμα δεδομένα δείχνουν ότι στην Ευρώπη απασχολούνται σήμερα σχεδόν 400.000 εργαζόμενοι στις ΑΠΕ (άμεσα και έμμεσα). Περίπου 2,1 εκ. στις αποδοτικότερες μεταφορές (μόνο άμεσες θέσεις), ενώ 900.000 περίπου βρίσκονται σε υπηρεσίες και αγαθά ενεργειακής εξοικονόμησης

Σήμερα στην ΕΕ εργάζονται σχεδόν 130 εκ. πολίτες. Ο αριθμός των «πράσινων» θέσεων, ακόμα είναι σχετικά μικρός, αλλά φαίνεται ήδη μεγαλύτερος σε σχέση με τις εργασίες που αφορούν ρυπογόνες βιομηχανίες (2,8 εκ. πολίτες απασχολούνται σε ορυχεία, βρώμικες μονάδες ηλεκτρισμού, τσιμέντο, αλουμίνιο κλπ.). Όλες οι ενδείξεις φανερώνουν ότι οι «πράσινες θέσεις» θα συνεχίσουν προοδευτικά να αυξάνονται, την ίδια στιγμή που η απασχόληση στις ρυπογόνες επιχειρήσεις θα φθίνει συνεχώς.

Σήμερα στην Κύπρο συμπεριλαμβανομένων και των εργασιών σε τρίτους –συμβούλους, μελετητές κλπ.- εργοδοτούνται περίπου 250 άτομα, 150 για το αιολικό πάρκο των Ορειτών, εγκατεστημένης ισχύος 82 MW, και 100 άτομα που εργάζονται ως τρίτοι σε διάφορες εταιρείες. Με την κατασκευή μέχρι το 2012, ακόμη 111 MW από αιολικά πάρκα, ο αριθμός θα φτάσει περίπου τα 500 άτομα, κάτι που αντιστοιχεί σε 250 νέες θέσεις εργασίας.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Έχετε κάτι να πείτε;